Σελίδες

Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Κ. ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ ΣΑΝ ΔΕΣΜΗ ΑΠΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ

       
    Ο Κωνσταντίνος Καρυωτάκης υπήρξε μια από τις σημαντικότερες ποιητικές φυσιογνωμίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Γεννημένος στην Τρίπολη το 1896 έζησε σε μια εποχή που σημαδεύτηκε από πολέμους(Βαλκανικοί πόλεμοι, Α΄Παγκόσμιος πόλεμος) και τη μικρασιατική καταστροφή. Υπήρξε μια προσωπικότητα αυθεντική, ελεύθερη αλλά και μελαγχολική. Κάποιοι μελετητές αναφέρουν, επίσης, ότι ήταν καταθλιπτικός, γεγονός που αποτυπώνεται με έμφαση στην ποίηση του. Μίσησε την εποχή που έζησε, την φτώχεια , τη μιζέρια της δημοσιοϋπαλληλικής  του ιδιότητας. Μέσα από αυτό το αδιέξοδο οδηγήθηκε στην αυτοκτονία. Υποστηρίζεται πως σε αυτή την απόφαση μεγάλη βαρύτητα έπαιξε το γεγονός ότι έπασχε από την ασθένεια της εποχής του, τη σύφιλη. 

         
             Το σπίτι του Καρυωτάκη στην Πρέβεζα                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                Στο ντοκιμαντέρ του Φρέντυ Γερμανού ( μπορείτε να το παρακολουθήσετε  https://www.youtube.com/watch?v=5LsC2Bdj3_I ) αναπτύσσονται  πτυχές της ζωής του και τι προηγήθηκε της αυτοκτονίας του. Φιλοξενούνται μαρτυρίες κατοίκων και της σπιτονοικοκυράς του.Ο ίδιος με τις τελευταίες σημειώσεις σε μια κόλλα χαρτί , σημειώσεις που βρέθηκαν στην τσέπη αποχαιρέτησε τον κόσμο γράφοντας:

            «Είναι καιρός να φανερώσω την τραγωδία μου. Το μεγαλύτερό μου ελάττωμα στάθηκε η αχαλίνωτη περιέργειά μου, η νοσηρή φαντασία και η προσπάθειά μου να πληροφορηθώ για όλες τις συγκινήσεις, χωρίς τις περισσότερες, να μπορώ να τις αισθανθώ.
        Τη χυδαία όμως πράξη που μου αποδίδεται τη μισώ. Εζήτησα μόνο την ιδεατή ατμόσφαιρά της, την έσχατη πικρία. Ούτε είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για το επάγγελμα εκείνο. Ολόκληρο το παρελθόν μου πείθει γι' αυτό. Κάθε πραγματικότης μου ήταν αποκρουστική. Είχα τον ίλιγγο του κινδύνου.
       Και τον κίνδυνο που ήρθε τον δέχομαι με πρόθυμη καρδιά. Πληρώνω για όσους, καθώς εγώ, δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό στη ζωή τους, έμειναν πάντα έρμαια των δισταγμών τους, ή εθεώρησαν την ύπαρξή τους παιχνίδι χωρίς ουσία. Τους βλέπω να έρχονται ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες.
        Σ' αυτούς απευθύνομαι. Αφού εδοκίμασα όλες τις χαρές (!!!), είμαι έτοιμος για έναν ατιμωτικό θάνατο. Λυπούμαι τους δυστυχισμένους γονείς μου, λυπούμαι τα αδέλφια μου. Αλλά φεύγω με το μέτωπο ψηλά. Ήμουν άρρωστος. Σας παρακαλώ να τηλεγραφήσετε, για να προδιαθέση την οικογένειά μου, στο θείο μου Δημοσθένη Καρυωτάκη, οδός Μονής Προδρόμου, πάροδος Αριστοτέλους, Αθήνας» Κ.Γ.Κ.
[Υ.Γ.] Και για ν' αλλάξουμε τόνο. Συμβουλεύω όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουνε ποτέ να αυτοκτονήσουν δια θαλάσσης. Όλη νύχτα απόψε επί δέκα ώρες, εδερνόμουν με τα κύματα. Ήπια άφθονο νερό, αλλά κάθε τόσο, χωρίς να καταλάβω πώς, το στόμα μου ανέβαινε στην επιφάνεια. Ωρισμένως, κάποτε, όταν μου δοθεί η ευκαιρία, θα γράψω τις εντυπώσεις ενός πνιγμένου». Κ.Γ.Κ. 
     
Αυτοκτόνησε το 1932 χρησιμοποιώντας  ένα περίστροφο τύπου Pieper Bayard 9mm (το περίστροφο παραχωρήθηκε από τους απογόνους της οικογένειας Καρυωτάκη και εκτίθεται από το 2003 στο «Μουσείο Μπενάκη» στην Αθήνα ) αφού πρώτα στόχευσε στην καρδιά του.  Η Χωροφυλακή της Πρέβεζας τράβηξε φωτογραφία του πτώματος η οποία έχει δημοσιευτεί.


      Η αιτία της αυτοκτονίας  ήταν, όπως αναφέρετε στο αυτοκτονικό του σημείωμα, μια ασθένεια, την οποία ο ποιητής δεν κατονομάζει αλλά όπως εικάζεται από μελετητές ήταν η σύφιλη ( η οικογένεια του υποστηρίζει πως έπασχε από καρδιά). Η πάθηση αυτή θα τον οδηγούσε σε ψυχιατρική κλινική όπως ακριβώς συνέβη και σε άλλους συφιλικούς λογοτέχνες (Γεώργιος Βιζυηνός, Ρώμος Φιλύρας νοσηλεύτηκαν στο Δρομοκαϊτειο- τον τελευταίο μάλιστα τον είχε επισκεφτεί ο Καρυωτάκης). Αξίζει να σημειωθεί πως ο  Κ. Καρυωτάκης έγραψε το ποίημα Ωχρά σπειροχαίτη, το οποίο αναφέρεται στο βακτήριο που προκαλεί τη σύφιλη.


Ήταν ωραία ως σύνολο τα επιστημονικά
βιβλία, οι αιματόχρωμες εικόνες τους, η φίλη
που αμφίβολα κοιτάζοντας εγέλα μυστικά,
ωραίο κι ό,τι μας έδιναν τα φευγαλέα της χείλη...

Tο μέτωπό μας έκρουσε τόσο απαλά, με τόση
επιμονή, που ανοίξαμε για νά 'μπει σαν κυρία
η Tρέλα στο κεφάλι μας, έπειτα να κλειδώσει.
Tώρα η ζωή μας γίνεται ξένη, παλιά ιστορία.

Tο λογικό, τα αισθήματα μας είναι πολυτέλεια,
βάρος, και τα χαρίζουμε του κάθε συνετού.
Kρατούμε την παρόρμηση, τα παιδικά μας γέλια,
το ένστικτο ν' αφηνόμεθα στο χέρι του Θεού.

Mια κωμωδία η πλάση Tου σαν είναι φρικαλέα,
Eκείνος, που έχει πάντοτε την πρόθεση καλή,
ευδόκησε στα μάτια μας να κατεβάσει αυλαία
―ω, κωμωδία!― το θάμπωμα, τ' όνειρο, την αχλύ.

...Kι ήταν ωραία ως σύνολο η αγορασμένη φίλη,
στο δείλι αυτό του μακρινού πέρα χειμώνος, όταν,
γελώντας αινιγματικά, μας έδινε τα χείλη
κι έβλεπε το ενδεχόμενο, την άβυσσο που ερχόταν.
           Μεγάλος έρωτας του Καρυωτάκη υπήρξε η ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη.  Ο ίδιος όμως είτε λόγω της πάθησης του (σε αυτή αναφέρθηκε όταν απέρριψε την πρόταση γάμου της ποιήτριας) είτε λόγω της χαμηλής αυτοεκτίμησης του δεν μπορούσε να ανταποκριθεί. Οι δυο του δε φαίνεται να είχαν ερωτικές σχέσεις. Για τον Καρυωτάκη η Μαρία Πολυδούρη έγραψε το ποίημα     
Γιατί μ΄ αγάπησες

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ΄αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνα,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ΄αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι΄αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα, 
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν 
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο 
της ύπαρξης μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμέρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί διστακτικά σα να με φώναξες
και μου άπλωσες τα χέρια
κι είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα
-μια αγάπη πλέρια,
γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες.

Γιατί, μόνο γιατί σέναν άρεσε
γι΄αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμα μου.
Σα να μ΄ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ΄αγάπησες γεννήθηκα,
γι΄αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ΄αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ΄αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατα σου, ωραίε που βασίλεψες,
κι έτσι γλυκά πεθαίνω 
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ΄αγάπησες.

Στα κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας υπάρχουν δυο ποιήματα του Κ. Καρυωτάκη το Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα και το Βράδυ.
Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
     Στο ποίημα αποτυπώνεται η ερωτική ατμόσφαιρα που υπάρχει ένα καλοκαιρινό βράδυ. Αποτυπώνεται επίσης, η αδυναμία του ποιητή να συμμετέχει σε αυτήν την όμορφη ατμοσφαίρα με την αισιόδοξη διάθεση που αποπνέει. Το ποίημα χωρίζεται σε δυο ενότητες όσες και οι στροφές του. Στην πρώτη στροφή που είναι και η πρώτη ενότητα αποτυπώνεται η στάση του ποιητή απέναντι στην ερωτική ατμοσφαίρα ενώ στην δεύτερη στροφή που είναι η δεύτερη ενότητα ο ποιητής τονίζει την αδυναμία του να ανταποκριθεί θετικά στην ερωτικό κάλεσμα. 
    Έτσι στην πρώτη ενότητα το βράδυ παρουσιάζεται όμορφο όπως είναι  μια δέσμη από τριαντάφυλλα(σαν δέσμη από τριαντάφυλλα- παρομοίωση).Γύρω του , στον αέρα διακρίνει μια γλυκιά, λεπτή ευωδιά(οσφρητική εικόνα- χρυσή λεπτότατη στους δρόμους ευωδία,μεταφορά), ενώ στην καρδιά η ομορφιά του βραδιού δημιουργεί μια ξαφνική καλοσύνη. Στα χέρια κρατά το παλτό ( οπτική εικόνα) ενώ αν σηκώσει το πρόσωπο του μπορεί να διακρίνει τη σελήνη( εικόνα- ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη, μεταφορά). Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη από φιλήματα( εικόνα). Όλα είναι τόσο όμορφα που η σκέψη, η ποίηση είναι κάτι περιττό(η σκέψις, τα ποιήματα βάρος περιττό, μεταφορά).
     Στην δεύτερη ενότητα ο ποιητής γυρίζει στον εαυτό του. Ο κόσμος γύρω του είναι όμορφος όμως ο ίδιος είναι λυπημένος, αδύναμος να συμμετάσχει στην ευχάριστη ερωτική ατμόσφαιρα. Ανάμεσα στις δυο ενότητες υπάρχει αντίθεση ( εντοπίζεται κυρίως ανάμεσα στην ψυχική διάθεση του ποιητή και άλλων). Ο Καρυωτάκης παρουσιάζει τον εαυτό του λέγοντας πως έχει  κάτι σπασμένα φτερά(μεταφορά) ,δεν είναι δυνατός, είναι λαβωμένος από την αρρώστια του που δεν τον αφήνει να χαρεί, να αγαπήσει , να ονειρευτεί. Έτσι ο ίδιος θέτει μια σειρά από αναπάντητα ερωτήματα όπως γιατί ήρθε αυτό το καλοκαίρι, ποια χαρά ανέλπιστη μπορεί να φέρει, ποια αγάπη , ποιο ταξίδι ονειρευτό.
  Το ποίημα ανήκει στη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες.Εύκολα μπορούμε να διακρίνουμε το θρηνητικό τόνο του ποιητή ειδικά όταν διατυπώνει τα αναπάντητα ερωτήματα. Οι άνθρωποι γύρω του μπορούν να ερωτευτούν, να απολαύσουν το όμορφο καλοκαιρινό βράδυ ο ίδιος όμως αδυνατεί. Θρηνεί για αυτήν την αδυναμία του που οφείλεται στα σπασμένα φτερά του , στην διαφορετικότητα από τους άλλους, στην αρρώστια του. Η γλώσσα του ποιήματος είναι δημοτική ενώ το ύφος μελαγχολικό και απαισιόδοξο. Οι στίχοι του ποιήματος είναι ανισοσύλλαβοι, ελεύθεροι, χωρίς ομοιοκαταληξία.
Βράδυ
    Στο δεύτερο ποίημα που φιλοξενείται στο σχολικό εγχειρίδιο της Γ΄Γυμνασίου είναι το Βράδυ. Διαθέτει φροντισμένο στίχο με ιαμβικό μέτρο, ανισοσύλλαβο, με πλεχτή ομοιοκαταληξία. Η γλώσσα του ποιήματος είναι δημοτική ενώ το ύφος του απαισιόδοξο και μελαγχολικό. Αποτελείται από τρεις στροφές καθεμιά από τις οποίες στηρίζεται αλληλουχία εικόνων.
  Έτσι στην πρώτη στροφή ακούμε από μακριά  μικρά παιδιά που παίζουν στο δειλινό (εικόνα) ενώ ο αέρας μοιάζε να ψιθυρίζει λόγια έτσι όπως φυσά μέσα από τα πέταλα των ρόδων(τ΄αεράκι που λόγια με των ρόδων τα χείλη ψιθυρίζει και μένει, προσωποποίηση- με των ρόδων τα χείλη μεταφορά). Στην δεύτερη στροφή βλέπουμε τα ανοιχτά παράθυρα της άδειας κάμαρας του ποιητή (τα΄ανοιχτά παραθύρια που ανασαίνουν την ώρα, μεταφορά) ενώ κάποιο τρένο που θα έρχεται από μια ξένη άγνωστη χώρα παρομοιάζεται με τα χαμένα του όνειρα. Τέλος ακούμε τους ήχους μια καμπάνας(ηχητική εικόνα- οι καμπάνες που σβήνουν, μεταφορά) που σταματούν και σημαίνουν πως το βράδυ έχει έρθει. Το βράδυ που πέφτει(μεταφορά) σταδιακά πάνω στην πόλη, στην όψη των ανθρώπων , στον ουρανό που σκοτεινιάζει (στ΄ουρανού τον καθρέφτη, μεταφορά) και σε όλη τη ζωή του ποιητή. Η νύχτα πέφτει και στην ψυχή του ποιητή κυριαρχεί πλέον το σκοτάδι. Τα όνειρα του χάθηκαν, στην ψυχή του κυριαρχεί το αίσθημα απώλειας, ματαίωσης των ανεκπλήρωτων στόχων του. Έτσι ενώ για τους άλλους το βράδυ έχει κυριολεκτική σημασία για το ποιητή έχει μεταφορική σημασία, δείχνει το τέλος της ζωής του που πλησιάζει.